Οι καταπιεσμένες επιθυμίες σας ίσως είναι η κρυφή αιτία της. Αυτό υποστηρίζει μια νέα θεωρία, σύμφωνα με την οποία μάλιστα η σύγχρονη επιδημία κόπωσης έχει τις ρίζες της στη Βιομηχανική Επανάσταση του 19ου αιώνα...
Για μια ακόμη φορά ξυπνάτε με πόνους σε ολόκληρο το σώμα, σαν να τρέχατε τη νύχτα σε μαραθώνιο. Τα μάτια σας τσούζουν, τα βλέφαρά σας βαραίνουν από τη νύστα. Το πρόγραμμα της καινούριας ημέρας που ξεδιπλώνεται μπροστά σας μοιάζει βουνό. Δεν είστε άρρωστες ούτε ξενυχτισμένες. Πρόκειται απλώς για ένα από εκείνα τα πρωινά που, ενώ κανονικά θα έπρεπε να σηκωθείτε από το κρεβάτι ανανεωμένες, εσείς νιώθετε ότι δεν μπορείτε να πάρετε τα πόδια σας από την κούραση.
Τι σας συμβαίνει; Μάλλον ανήκετε σε ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών -42% σύμφωνα με σουηδική έρευνα- που υποφέρουν από αίσθημα γενικευμένης κόπωσης. Καθόλου παράξενο αν σκεφτούμε ότι, εκτός από τα αυξημένα επαγγελματικά καθήκοντα που έχουμε αναλάβει τις τελευταίες δεκαετίες, πολλές από εμάς συνεχίζουμε να επωμιζόμαστε και το μεγαλύτερο μερίδιο της ευθύνης του νοικοκυριού και της ανατροφής των παιδιών. Ωστόσο ο Βρετανός Ρόμπερτ Χόκεϊ, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, στην καινούρια μελέτη του The Psychology of Fatigue (Η ψυχολογία της κόπωσης, εκδ. Cambridge University Press) υποστηρίζει ότι δεν ευθύνονται μόνο οι πυρετώδεις ρυθμοί της σημερινής ζωής για την κούραση που αισθανόμαστε σε μόνιμη σχεδόν βάση, αλλά και το γεγονός ότι δεν απολαμβάνουμε πραγματικά πολλές από τις δραστηριότητες της καθημερινότητάς μας. Δηλαδή αρκεί να ακολουθήσουμε τις επιθυμίες μας για να ξαναγεμίσουμε τις μπαταρίες μας;
Είναι θέμα θέλησης
Η κόπωση, παρόλο που αποτελεί μια από τις πιο συνηθισμένες ενοχλήσεις, παραμένει ένας γρίφος όχι μόνο για εμάς αλλά και για τους επιστήμονες. Συγκεκριμένα έτσι ορίζεται η σωματική και πνευματική εξουθένωση που μπορεί να συνοδεύεται από νωθρότητα, μυϊκή αδυναμία, επιβράδυνση των κινήσεών μας και των αντιδράσεων του νευρικού συστήματος σε εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά και κακή διάθεση, υπνηλία, δυσκολία συγκέντρωσης, πονοκεφάλους, μυϊκούς πόνους. Λίγα γνωρίζουμε για την αιτιολογία της, πέρα από το ότι πυροδοτείται από παράγοντες όπως η υπερδραστηριότητα, το στρες, η λήψη ορισμένων φαρμάκων και κάποιες ασθένειες.
Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, το πρόβλημα οφείλεται κυρίως σε εξάντληση των ενεργειακών αποθεμάτων μας. Ο δρ Χόκεϊ όμως το αποδίδει και σε ένα ακόμη, ψυχολογικό αίτιο: την απώλεια των κινήτρων μας να ολοκληρώσουμε μια εργασία. Η νευροεπιστήμη έχει δείξει ότι η κόπωση συνδέεται με μείωση των επιπέδων της ντοπαμίνης, του νευροδιαβιβαστή που σχετίζεται με το αίσθημα ανταμοιβής. Επομένως, όσο μεγαλύτερη ικανοποίηση μας δίνει μια δραστηριότητα, τόσο λιγότερο μας κουράζει. Το βλέπουμε και στην πράξη.
Μπορεί να περάσουμε ατελείωτες ώρες παίζοντας επιτραπέζια παιχνίδια με τα παιδιά ή την παρέα μας, αλλά αρκούν 20’ διαπραγμάτευσης με κάποιο δύστροπο πελάτη για να γίνουμε κουρέλια από την εξάντληση.
Η... μαζικοποίηση της εξουθένωσης
Ο δρ Χόκεϊ θεωρεί την κόπωση έναν πανάρχαιο μηχανισμό επιβίωσης, τον οποίο επιστρατεύει ο οργανισμός μας για να μας απομακρύνει από μια μη αποδοτική δραστηριότητα, να μας περάσει το μήνυμα: «σταμάτα αυτό που κάνεις, δεν σε συμφέρει». Χάρη σε αυτόν, ένας μακρινός πρόγονός μας θα εγκατέλειπε τη μάταιη προσπάθεια να κόψει ένα τεράστιο κλαδί από το δέντρο και θα αφοσιωνόταν στην αναζήτηση άλλων υλικών για να κατασκευάσει τα εργαλεία του.
Σήμερα η εξάντληση μπορεί να μας ωθεί να εγκαταλείψουμε ένα αδιέξοδο επαγγελματικό σχέδιο –ή μια αδιέξοδη ερωτική σχέση– και να ριχτούμε σε νέες, πιο... προσοδοφόρες περιπέτειες. Αν όμως η κόπωση είναι στο DNA μας, γιατί έχει εξελιχτεί σε σύγχρονη επιδημία; Πραγματικά, όπως επιβεβαιώνει ο Βρετανός ψυχολόγος, πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση του 18ου-19ου αιώνα ο συγκεκριμένος όρος (fatigue) απουσίαζε από τα ιατρικά εγχειρίδια. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι η ζωή στο παρελθόν κυλούσε ξεκούραστα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δούλευαν στα χωράφια, στο σπίτι ή στο εργαστήριό τους από το χάραμα μέχρι το ηλιοβασίλεμα, επτά ημέρες την εβδομάδα, τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες το χρόνο. Όπως προσθέτει όμως ο δρ Χόκεϊ, τότε η εξάντληση αντιμετωπιζόταν ως μια αθώα, φυσιολογική συνθήκη, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής.
Με τη μετάβαση ωστόσο από τον αγρό στο εργοστάσιο επικράτησαν νέες συνθήκες εργασίας, ευνοϊκές για τη γενίκευση της κόπωσης με τη σημερινή της μορφή: η μονοτονία, το στρες και ο περιορισμένος έλεγχος του εργαζόμενου πάνω στο αντικείμενο της δουλειάς του. Το 1869 η κόπωση εμφανίστηκε για πρώτη φορά και στα επιστημονικά συγγράμματα ως σύμπτωμα –ανάμεσα στο άγχος, τον πονοκέφαλο και την κατάθλιψη– μιας ψυχοσωματικής διαταραχής που ονομαζόταν νευρασθένεια.
Οι μηχανές σας ξανά στο φουλ
Σήμερα ο εργάτης του Τσάρλι Τσάπλιν στους Μοντέρνους Καιρούς (1936), ο οποίος κόπιαζε να συντονιστεί με τους ρυθμούς παραγωγής της φάμπρικας, έχει δώσει τη θέση του στον υπάλληλο γραφείου. Η μονοτονία, το στρες και ο περιορισμένος έλεγχος του εργαζόμενου πάνω στο αντικείμενο της δουλειάς του δεν έχουν εκλείψει, απλώς έχουν αλλάξει μορφή και συνεχίζουν να υπονομεύουν το κίνητρό του να δώσει τον καλύτερο εαυτό του.
Στην ακραία εκδοχή της η κόπωση παίρνει τη μορφή του λεγόμενου burnout -αλλιώς συνδρόμου εργασιακής εξουθένωσης-, που εκδηλώνεται κυρίως με μειωμένη απόδοση και συναισθηματική αποστασιοποίηση.
Τι σημαίνει κάτι τέτοιο πρακτικά; Ολοκληρωτική απώλεια του ενδιαφέροντος για εργασία. Αλλά ακόμη κι αν έχουμε την τύχη να ασκούμε το επάγγελμα των ονείρων μας, πιθανόν να μας εξουθενώνουν παράγοντες όπως οι διαρκείς καβγάδες με το σύντροφό μας ή μια χρόνια ασθένεια στο οικογενειακό περιβάλλον.
Τι μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν, για να απαλλαγούμε από την κόπωση; Καταρχάς να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο κάτι τέτοιο να οφείλεται σε παθολογικά αίτια. Σε δεύτερη φάση να εξετάσουμε σοβαρά μια πιθανή αλλαγή πορείας στην καριέρα ή την προσωπική μας ζωή, που να ανταποκρίνεται περισσότερο στα θέλω μας. «Όταν αρχίζουμε να νιώθουμε κουρασμένοι στη διάρκεια μιας εργασίας, ας αναρωτηθούμε: είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσα να κάνω τώρα; Υπάρχει σοβαρός λόγος που δεν το σταματάω για να ξεκινήσω κάτι άλλο, το οποίο μου αρέσει πραγματικά;» γράφει ο δρ Χόκεϊ.
Μικρές τονωτικές ενέσεις
Οι διατροφικές συνήθειες, οι ώρες ανάπαυσης και η συνολική κατάσταση της υγείας είναι μερικοί από τους παράγοντες που επηρεάζουν τη διάθεση και τη ζωντάνια μας. Οι παρακάτω οκτώ συμβουλές υπόσχονται να μας δώσουν ώθηση.
1. Η σωματική άσκηση... ξεκουράζει: Όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται, ενισχύει τη λειτουργία της καρδιάς, των πνευμόνων και των μυών. «Είναι σαν να εξασφαλίζουμε υψηλότερη απόδοση των καυσίμων σε ένα όχημα. Η άσκηση μας δίνει ενέργεια για κάθε δραστηριότητα» εξηγεί ο Κέρι Στιούαρτ, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς.
2. Φορτίστε τις μπαταρίες σας με ένα Χαιρετισμό στον Ήλιο: Η γιόγκα μάς αναζωογονεί και μάλιστα σε κάθε ηλικία, όπως έχουν δείξει πολλές μελέτες. Για παράδειγμα, οι εθελοντές που συμμετείχαν σε έρευνα του Πανεπιστημίου του Όρεγκον, άντρες και γυναίκες ηλικίας 65-85 ετών, μετά από έξι μήνες μαθημάτων ανέφεραν ότι αισθάνονταν γεμάτοι ενέργεια και ευεξία όσο ποτέ άλλοτε.
3. Ένα (ακόμη) ποτήρι νερό στην υγειά σας: Η αφυδάτωση του οργανισμού σαμποτάρει τη σωματική απόδοση, την πνευματική εγρήγορση και την ικανότητα συγκέντρωσης.
4. Μπείτε σε «sleep mode»: Ο ανεπαρκής ύπνος ευθύνεται σε σημαντικό βαθμό για το αίσθημα κόπωσης. Αν κάποιο βράδυ δεν κοιμηθείτε καλά, ακόμη και μια δεκάλεπτη σιέστα μέσα στην επόμενη ημέρα αρκεί για να ξαναγεμίσετε τις μπαταρίες σας.
5. Δυναμώστε το μυαλό με σολομό: Τα ω-3 που περιέχουν τα λιπαρά ψάρια και οι ξηροί καρποί έχουν συνδεθεί με ενίσχυση των νοητικών ικανοτήτων.
6. Ακολουθήστε τους φυσιολογικούς ρυθμούς σας: Ανάλογα με το διάστημα της ημέρας κατά το οποίο νιώθετε ότι αποδίδετε περισσότερο -σωματικά και πνευματικά- είστε πρωινός ή βραδινός τύπος. Προγραμματίστε, λοιπόν, τις πιο απαιτητικές δραστηριότητες για εκείνες τις ώρες.
7. Ξεφορτωθείτε τα κιλά που σας βαραίνουν:Η επαναφορά τους σε φυσιολογικά επίπεδα μας κάνει να νιώθουμε -κυριολεκτικά και μεταφορικά- πιο ανάλαφρες, αφού βελτιώνει τη διάθεση και χαρίζει ζωντάνια. 8. Εφοδιάστε με ενέργεια τον οργανισμό καταναλώνοντας μικρά, συχνά γεύματα: Έτσι τα επίπεδα γλυκόζης διατηρούνται σταθερά στη διάρκεια της ημέρας. Αποφύγετε τα επεξεργασμένα σάκχαρα (π.χ. γλυκά) τα οποία, ενώ τη μια στιγμή απογειώνουν την ενέργεια, την αμέσως επόμενη σας αφήνουν εξαντλημένες.
Πότε να απευθυνθείτε στο γιατρό
Αν εξακολουθείτε να νιώθετε κουρασμένες για πάνω από 24 ώρες μετά την τελευταία σωματική ή πνευματική σας δραστηριότητα και αν, σύμφωνα με την Κλινική Μayo, συνυπάρχουν κι άλλα προβλήματα, όπως δυσκολία συγκέντρωσης, εξασθένηση μνήμης, μη αναζωογονητικός ύπνος, ανεξήγητοι πόνοι στους μυς, ίσως υποφέρετε από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Τα αίτιά του δεν έχουν αποσαφηνιστεί και έτσι η θεραπεία που θα σας προτείνει ο ειδικός θα είναι συμπτωματική.
Επίσης η επίμονη κόπωση, η οποία δεν υποχωρεί παρά τις προσπάθειές σας να ξεκουραστείτε, να μειώσετε το στρες, να τραφείτε υγιεινά και να ενυδατώσετε τον οργανισμό σας, μπορεί να συνδέεται με ψυχικές ή σωματικές παθήσεις, όπως αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, αναιμία, καρδιακές νόσους, διαταραχές του θυρεοειδούς, υπνική άπνοια, διαβήτη και καρκίνο.
Πότε πρέπει να καταφύγετε στα επείγοντα περιστατικά:
Aν η κόπωση συνοδεύεται από πόνο στο στήθος, δύσπνοια, ακανόνιστους ή γρήγορους χτύπους της καρδιάς, τάσεις λιποθυμίας.
0 σχόλια: