Αν και εσείς ανήκετε σε εκείνους που αφήνουν τις μέρες να κυλούν περιμένοντας πότε θα αρχίσουν να ζουν πραγματικά έτσι όπως επιθυμούν, καιρός να αναθεωρήσετε.
Θυμάμαι σαν χτες να κλαίω και να παραπονιέμαι επειδή οι ξαδέρφες μου ήταν 6 μήνες μεγαλύτερες από εμένα. «Δεν είναι δίκαιο να είμαι εγώ πεντέμισι και εκείνες έξι. Το ακούς; Δεν είναι δίκαιο. Θέλω να μεγαλώσω». Και μεγάλωσα. Έγινα δεκαεπτάμισι κι εκείνες δεκαοχτώ και πάλι ήθελα να μεγαλώσω. Να μπορώ κι εγώ να δώσω δίπλωμα οδήγησης. Και μεγάλωσα. Κι έγινα είκοσι τριών και μισού ετών κι εκείνες είκοσι τεσσάρων κι ήθελα να μεγαλώσω. Να πάρω κι εγώ πτυχίο από το πανεπιστήμιο. Κι έγινα είκοσι πεντέμισι κι εκείνες είκοσι έξι κι ήθελα να μεγαλώσω... Να βρω κι εγώ δουλειά, να βγάζω χρήματα. Και μεγάλωσα. Κι έγινα είκοσι εννιάμισι και εκείνες τριάντα κι ήθελα να μεγαλώσω! Να γνωρίσω κι εγώ τον άνδρα της ζωής μου. Κι έγινα τριάντα τεσσάρων και μισού ετών κι εκείνες τριάντα πέντε και ήθελα κι εγώ να αποκτήσω παιδί. Και το απέκτησα. Γυρίσαμε στο σπίτι από το μαιευτήριο και τότε ξεκίνησα να σκέφτομαι πόσα άλλα ήθελα. Να κοιμηθεί ολόκληρο το βράδυ, να μπουσουλήσει, να περπατήσει, να βγάλει την πάνα, να πάει σχολείο, να κάνω κι άλλο παιδί… Ήμουν τριάντα πεντέμισι κι ήθελα και πάλι να μεγαλώσω. Όχι επειδή οι ξαδέρφες μου ήταν τριάντα έξι, αλλά επειδή περίμενα ότι θα τα έβαζα όλα σε μια σειρά και τότε πια θα μπορούσε να ξεκινήσει η ζωή μου.
Ζώντας τη στιγμή
Ανάμεσα σε όσους μου ευχήθηκαν για τη γέννηση του γιου μου ήταν και η τότε διευθύντριά μου, που έχει δύο μεγαλύτερα κορίτσια. Να τον χαίρεσαι, μου είπε, και να κοιτάξεις να χαίρεσαι και να ευχαριστιέσαι τις στιγμές που θα είστε μαζί. Θα περάσουν γρήγορα. Στη φωνή της διέκρινα καθαρά, παρά την κούραση και τη νύστα της νέας μαμάς που με είχαν κυριεύσει, μια ειλικρινή νοσταλγία. Και τότε το συνειδητοποίησα. Αυτό το τόσο τετριμμένο και απλοϊκό που συνηθίζουμε να λέμε ο ένας στον άλλον και ο καθένας στον εαυτό μας ισχύει. Η ζωή είναι τώρα. Με υποψίασε η συμβουλή της, αλλά το κατάλαβα χάρη στα παιδιά μου, που μεγάλωναν μέρα με τη μέρα, ότι οι στιγμές που περνούσαν δεν θα ξαναγύριζαν ποτέ πίσω. Η ζωή είναι τώρα. Δεν είναι όταν θα βρω δουλειά, όταν θα βγάλει ήλιο, όταν θα μου περάσει το κρύωμα, όταν ο γιος μου σταματήσει να ξυπνάει τις νύχτες. Η στιγμή αυτή, που γράφω αυτές τις γραμμές και έξω βρέχει, που ο άνδρας μου έχει το πόδι του στον γύψο, που ο μικρός μου γιος έχει συνάχι και οι ξαδέρφες μου είναι σαράντα δυόμισι, δεν θα ξανάρθει ποτέ. Έχει τα καλά της και σίγουρα τα κακά της, αλλά αυτή είναι η ζωή μου, συμβαίνει τώρα και χρειάζεται να τη ζήσω. Πάντα θα υπάρχουν εκκρεμότητες, θα θέλω να ολοκληρώσω σχέδια, θα έχω όνειρα και αγωνίες. Ευτυχώς, επίσης, πάντα οι ξαδέρφες μου θα είναι μισό χρόνο μεγαλύτερες!
Η γνώμη της ειδικού
Σχολιάζει η δρ. Ναταλία Κουτρούλη, MSc, ψυχολόγος υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.
«Χρειάζονται αρκετά χρόνια για να συνειδητοποιήσουμε ότι η ζωή μας βρίσκεται στο κάθε λεπτό που περνάει και να ξεκινήσουμε πραγματικά να ζούμε. Η ευθύνη γι’ αυτό κρύβεται στις πεποιθήσεις με βάση τις οποίες έχουμε γαλουχηθεί.
Οι κοινωνικές επιταγές και οι κανόνες στους οποίους εκπαιδευόμαστε μας επιβάλλουν να μαθαίνουμε από το παρελθόν και να κάνουμε σχέδια για το μέλλον, δεν μας μαθαίνουν όμως να ζούμε στο τώρα. Μεγάλο σφάλμα!
Γιατί η αλήθεια είναι ότι ο μοναδικός πραγματικά διαθέσιμος χρόνος μας είναι το παρόν, το τώρα που ζούμε κάθε στιγμή.
Η φιλοσοφία που συμπυκνώνεται στη φράση “η ζωή είναι τώρα” δηλώνει ξεκάθαρα ότι καλούμαστε να απολαύσουμε αυτό που πραγματικά μας συμβαίνει στο σήμερα και να μην περιμένουμε ότι θα ξεκινήσει η ζωή μας όταν θα έχουμε επιτύχει όλες τις αντικειμενικές υποχρεώσεις που επιτάσσει το κοινωνικό σύστημα: ολοκλήρωση σπουδών, εύρεση εργασίας, απόκτηση οικογένειας και πολλά άλλα.
Η ζωή βρίσκεται μέσα σε όλες αυτές τις “υποχρεώσεις” και όχι μετά την εκπλήρωσή τους.
Όσο δύσκολες και αν είναι οι διαδικασίες από τις οποίες διερχόμαστε σε κάθε περίσταση, αξίζει τον κόπο να αναλογιστούμε ότι η προσπάθεια είναι που μετράει και όχι το αποτέλεσμα.
Άλλωστε, μέσα από το “ταξίδι” της ζωής φτάνουμε στον “προορισμό”.
Απλώς χρειάζεται να εμπεδώσουμε ότι ο προορισμός δεν ταυτίζεται με την επιτυχία ή την ολοκλήρωση ενός στόχου, αλλά με τη βίωση του ταξιδιού».