Γνωρίζατε ότι μια γυναίκα μπορεί να… «μαγέψει» έναν άντρα με τη φωνή της και μόνο; Αυτό ισχυρίζεται τουλάχιστον μια ομάδα αμερικανών ερευνητών, οι οποίοι ανακάλυψαν ότι το δέρμα των ανδρών «ηλεκτρίζεται» όταν ακούν μια γυναίκα να μιλά.
Οι επιστήμονες από το πανεπιστήμιο James Madison στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ, που ειδικεύονται σε ζητήματα που σχετίζονται με την ανθρώπινη φωνή, πιστεύουν ότι οι ορμονικές αλλαγές στις γυναίκες επηρεάζουν το λάρυγγά τους, κάνοντάς τες να μιλούν με πιο χαμηλή φωνή, η οποία έχει αποδειχθεί ότι ασκεί μεγαλύτερη επίδραση στους ακροατές.
Οι αλλαγές στα επίπεδα των ορμονών που συντελούνται στο πιο γόνιμη διάστημα του κύκλου μιας γυναίκας επηρεάζουν σημαντικά το λάρυγγα, αναφέρει σχετικό δημοσίευμα της Sunday Telegraph.
Αυτό μπορεί στην κυριολεξία να κάνει έναν άντρα να… ανατριχιάσει, καθώς αυξάνεται το ηλεκτρικό ερέθισμα στην επιφάνεια της επιδερμίδας τους μέσα σε μόλις πέντε δευτερόλεπτα από τη στιγμή που θα ακούσουν τη φωνή της, υποστηρίζουν οι ερευνητές, σύμφωνα με τους οποίους αυξάνεται και ο καρδιακός τους παλμός, όταν ακούν μια «χαμηλή», γυναικεία φωνή.
Αυτή η αυξημένη αντίδραση αποτελεί ένα σημάδι, ότι ο άνδρας ακροατής ελκύεται σχεδόν αυτόματα από τη συγκεκριμένη φωνή, αναφέρουν οι επιστήμονες στην έρευνά τους.
«Η ικανότητα ενός άντρα να αναγνωρίσει και να ανταποκριθεί σε μια γυναίκα που βρίσκεται στις γόνιμες ημέρες της, του δίνει ένα πιθανό αναπαραγωγικό πλεονέκτημα, όταν επιλέγει ανάμεσα σε πιθανές συντρόφους» εξήγησαν οι Dr Melanie Shoup-Knox και Dr Nate Pipitone από το πανεπιστήμιο Adams State του Κολοράντο.
Και συνέχισαν: «Οι γυναίκες, από την άλλη, μπορεί επίσης να έχουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα από την ‘ανίχνευση’ του επιπέδου γονιμότητας άλλων γυναικών».
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές έπαιξαν ηχογραφημένα μηνύματα από γυναίκες σε διάφορα στάδια του εμμηνορυσιακού τους κύκλου, ζητώντας από άντρες και γυναίκες ακροατές να αναφέρουν πόσο ελκυστικές τις έβρισκαν.
Οι εκπρόσωποι και των δύο φύλων βρήκαν ως πιο ελκυστικές τις φωνές των πιο γόνιμων γυναικών, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας που δημοσιεύτηκαν στο Physiology and Behavior.
0 σχόλια: