Η αποσύνδεση εμφανίζεται, συνηθέστατα, όταν κατακλυζόμαστε από ερεθίσματα και συναισθήματα τα οποία δεν είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε. Αιτία της αποσύνδεσης είναι, συνήθως, κάποιο τραυματικό στρες που μπορεί να πυροδοτήσει πολλά και δραματικά συμπτώματα.
Η αποσύνδεση δημιουργεί στο άτομο μία αίσθηση πως τα πάντα είναι μη πραγματικά και πως το ίδιο είναι αποκομμένο από τα συναισθήματα και τις σκέψεις του. Μπορεί ακόμα να νιώσει πως δεν ξέρει ποιος είναι ή τι του συμβαίνει.
Η αποσύνδεση μπορεί να περιγραφεί απλά ως μια ελλιπής διασύνδεση πραγμάτων που, υπό φυσιολογικές συνθήκες, συνδέονται μεταξύ τους. Η αποσύνδεση είναι ένας ενστικτώδης μηχανισμός αντιμετώπισης/προσαρμογής που μπορεί να πλήξει τον καθένα, και που αποτελείται τόσο από σωματικές όσο και ψυχολογικές αντιδράσεις που ενεργοποιούνται όταν ένα βίωμα εκλαμβάνεται ως ιδιαίτερα στρεσογόνο, απειλητικό για τη ζωή, τραυματικό ή ιδιαίτερα επώδυνο.
Η αποσύνδεση είναι, συνήθως, αποτέλεσμα κάποιου τραυματικού στρες που έχουν προκαλέσει καταστάσεις που ξεπερνούν την ικανότητα ενός ατόμου να τις διαχειριστεί με τρόπο αποτελεσματικό. Σε μια τέτοια περίπτωση, το τραυματικό γεγονός μπλοκάρεται, και το άτομο να νιώθει, για παράδειγμα, πως βρίσκεται «έξω από τον εαυτό του», παρατηρώντας τα όσα συμβαίνουν γύρω του από απόσταση.
Ακόμα και η μνήμη του συμβάντος ή και τα συναισθήματα που συνδέονται με αυτό μπορεί να αποκλειστούν από τη συνήθη συνείδηση του ατόμου. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι το άτομο να μην κατανοεί τα όσα συμβαίνουν ώστε να αντιδράσει με τρόπο κατάλληλο και ανάλογο της κατάστασης που αντιμετωπίζει.
Με άλλα λόγια, η αποσύνδεση μπορεί να θεωρηθεί ως άμυνα και τρόπος προστασίας απέναντι σε μνήμες και γεγονότα τραυματικά, ντροπιαστικά ή, με κάποιον άλλον τρόπο, μη διαχειρίσιμα συναισθηματικά. Τέτοιου είδους γεγονότα μπορεί να είναι, για παράδειγμα, σεξουαλική, σωματική ή ψυχική κακοποίηση, φυσικές καταστροφές, εμπειρίες πολέμου ή άλλου είδους δραματικές καταστάσεις (τραυματικά παιδικά χρόνια, οικογενειακή βία κ.ά.).
Αν και η αποσύνδεση είναι μια ευκαιριακά λειτουργική άμυνα αυτοπροστασίας του ψυχισμού, μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται ή να επανεμφανίζεται σε στρεσογόνες καταστάσεις αργότερα στη διάρκεια της ζωής, ακόμα και αν δεν είναι επικίνδυνες, επηρεάζοντας τη λειτουργικότητα του ατόμου στην καθημερινότητά του.
Υπάρχει συννοσηρότητα με άλλου είδους ψυχικές διαταραχές, ιδιαίτερα με τη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες, αλλά και την κατάθλιψη, το άγχος ή τη χρήση ουσιών/αλκοόλ. Η αποσύνδεση παρατηρείται συχνά και στην περίπτωση της Συναισθηματικά Ασταθούς ή Μεταιχμιακής Διαταραχής Προσωπικότητας.
Η αποσύνδεση μπορεί να εμφανιστεί, με αφορμή κάποιο μεμονωμένο γεγονός και να εξαφανιστεί από μόνη της, αλλά και διαμέσου συμπτωμάτων που μπορούν να διαρκέσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, μερικές φορές ακόμα και για πολλά χρόνια.
Εκτός του ότι η αποσύνδεση μπορεί να οφείλεται σε κάποιο τραυματικό στρες, τα διάφορα συμπτώματα που πηγάζουν από αυτήν μπορεί να αποτελούν μέρος άλλων ψυχικών διαταραχών όπως οι κρίσεις πανικού, η κατάθλιψη, η σχιζοφρένεια και η χρήση ουσιών.
Οι κυριότερες διαγνώσεις της αποσύνδεσης είναι:
Αποπροσωποποίηση είναι η ύπαρξη μιας αίσθησης του ατόμου πως δεν είναι το ίδιο πραγματικό, πως είναι ένας εξωτερικός παρατηρητής των συναισθημάτων, των σκέψεων και των ενεργειών του. Το άτομο μπορεί να νιώθει μουδιασμένο, ενώ η αντίληψη του χρόνου και οι διάφορες αισθητηριακές του εντυπώσεις να παραμορφώνονται. Μπορεί, για παράδειγμα, να αισθάνεται πως εξαφανίζεται από το σώμα του, πως το σώμα του είναι παραμορφωμένο, να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του στον καθρέφτη και πως όλα συμβαίνουν σε απόσταση ή σε κάποιον άλλον. Ακόμα και η μνήμη μπορεί να επηρεάζεται, όμως δεν πρόκειται περί αμνησίας αλλά για το ότι η κατάσταση συνειδητότητας και ικανότητας προσοχής του ατόμου έχουν επηρεαστεί.
Η αποπραγματοποίηση είναι μια παρόμοια κατάσταση, αλλά, στην περίπτωση αυτή, είναι το εξωτερικό περιβάλλον που βιώνεται ως μη πραγματικό. Ο χώρος που βρίσκεται το άτομο μπορεί να βιώνεται ως παραμορφωμένος ή ξένος, τα χρώματα περίεργα, να είναι δύσκολο για το άτομο να αναγνωρίσει τον εαυτό του και να προσανατολιστεί στο χώρο, ακόμα και στο ίδιο του το σπίτι. Ακόμα και γνωστά άτομα μπορεί να μοιάζουν ξένα και να μην είναι αναγνωρίσιμα. Όλα τριγύρω μπορεί να είναι ομιχλώδη, μη πραγματικά ή σαν να συμβαίνουν σε κάποιο όνειρο.
Τόσο η αποπροσωποποίηση όσο και η αποπραγματοποίηση μπορεί να βιώνονται ως κάτι τρομακτικό, αλλά, παρόλ΄αυτά, το άτομο να γνωρίζει μέσα του ποιο είναι το πραγματικό. Οι δύο αυτές καταστάσεις εμφανίζονται, συνήθως, ταυτόχρονα, μπορεί όμως και ξεχωριστά.
Εμφανίζονται σε καταστάσεις στρες, σοκ ή μετά από χρήση ουσιών. Είναι συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν, όπως προαναφέρθηκε, και σε άλλες ψυχικές καταστάσεις όπως κρίσεις πανικού, κατάθλιψη, διπολική διαταραχή, ψυχώσεις, Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες ή ταυτόχρονα με κάποια άλλη αποσυνδετική κατάσταση.
Εάν η αποπροσωποποίηση και η αποπραγματοποίηση διαρκούν για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν οφείλονται σε κάποια άλλη ψυχική διαταραχή (π.χ. κατάθλιψη ή Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες), τότε η διάγνωση είναι «Σύνδρομο Αποπροσωποποίησης και Αποπραγματοποίησης» (Σ.Α.Α.).
Παρόλο που δεν υπάρχει πρόσβαση στις μνήμες αυτές, μπορούν εντούτοις να επηρεάζουν τη συμπεριφορά του ατόμου το οποίο μπορεί, για παράδειγμα, να αντιδρά έντονα, όταν κάποιος μιλά για γεγονότα που μοιάζουν με αυτά που το άτομο έχει βιώσει, χωρίς να αντιλαμβάνεται, όμως, το γιατί.
Συχνά, η αποσυνδετική αμνησία που παρουσιάζει ένα άτομο, μπορεί να αποτελεί μέρος, μεταξύ άλλων, μιας Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες, μιας μείζονος αγχώδους διαταραχής, μιας Διαταραχής μετατροπής ή μιας Διασχιστικής/Αποσυνδετικής Διαταραχής Ταυτότητας. Η αποσυνδετική αμνησία μπορεί, επίσης, να είναι αποτέλεσμα διάφορων γνωστικών δυσλειτουργιών, αλλά μπορεί να υπάρχει και αυτόνομα, χωρίς να αποτελεί μέρος κάποιας άλλης διάγνωσης.
Η αποσυνδετική φούγκα σημαίνει πως το άτομο έχει μια περίοδο απώλειας μνήμης που συμπεριλαμβάνει ακόμα και τη δική του ταυτότητα (δεν γνωρίζει ποιος είναι).
Για κάποιον εξωτερικό παρατηρητή, ένα άτομο με αποσυνδετικό stupor μπορεί να φαίνεται πως κοιμάται. Δεν πρόκειται, όμως, ούτε για ύπνο ούτε για απώλεια αισθήσεων. Αυτό που, συνήθως, συμβαίνει είναι πως το άτομο αντιλαμβάνεται τα όσα συμβαίνουν γύρω του, χωρίς όμως να έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει, κάτι που κάνει την κατάσταση αυτή να μοιάζει πολύ τρομακτική. Υπάρχουν και άλλα είδη stupor, όπως το καταθλιπτικό ή το σχιζοφρενικό. Το αποσυνδετικό stupor οφείλεται σε έντονο στρες και πυροδοτείται από τραυματικές καταστάσεις.
α. Αποσυνδετικές κινητικές διαταραχές (π.χ. αδυναμία συντονισμού κινήσεων κ.ά.)
β. Αποσυνδετική αφωνία και δυσφωνία (π.χ. δυσκολίες ομιλίας, παραμόρφωση φωνής)
γ. Αποσυνδετική αναισθησία (π.χ. επηρεάζονται οι αισθητηριακές αντιδράσεις)
δ. Αποσυνδετικές κράμπες (κρίσεις που μοιάζουν με επιληπτικές)
Για να τεθεί η διάγνωση, θα πρέπει να υπάρχουν κενά μνήμης ώστε το άτομο να μη μπορεί να θυμάται τραυματικά γεγονότα, σημαντικές προσωπικές πληροφορίες και/ή γεγονότα της καθημερινότητας.
Οι διαφορετικές εκδοχές προσωπικότητας έχουν τη δική τους γλώσσα σώματος, τη δική τους φωνή και συμπεριφορά και τις δικές τους μνήμες και εμπειρίες. Μπορεί να υπάρχει γρήγορη εναλλαγή ανάμεσα στις διάφορες εκδοχές προσωπικότητας που υιοθετούν, επίσης, και διάφορους ρόλους, όπως παιδί, προστάτης, εσωτερικευμένος δράστης κ.ά. Οι διάφορες επί μέρους προσωπικότητες μπορεί να έχουν διαφορετική ικανότητα συνολικού ελέγχου και μη επιρροής τους από τις υπόλοιπες επί μέρους προσωπικότητες.
Ένα ποσοστό του 90% των ατόμων με αποσυνδετική διαταραχή ταυτότητας έχουν βιώσει τραυματικές καταστάσεις, όπως σωματική, ψυχική ή σεξουαλική κακοποίηση, κατά τη διάρκεια των παιδικών τους, κυρίως, χρόνων. Τα περισσότερα από αυτά τα άτομα είναι γυναίκες και οι μισές από αυτές έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας.
Υπάρχουν, επίσης, και αποσυνδετικές καταστάσεις που δεν πληρούν τα κριτήρια κάποιας συγκεκριμένης κατηγορίας από αυτές που προαναφέραμε. Οι καταστάσεις αυτές μπορεί να έχουν δημιουργηθεί μετά από πλύση εγκεφάλου, βασανιστήρια ή επιρροές από σέχτες ή τρομοκρατικές οργανώσεις. Στην κατηγορία αυτή, ανήκει και το αποκαλούμενο αποσυνδετικό τρανς, κατά το οποίο το άτομο χάνει πλήρως την επαφή του με τον περίγυρο, μη αντιδρώντας στο οποιοδήποτε εξωτερικό ερέθισμα.
Η αποσυνδετική διαταραχή ταυτότητας έχει συχνότητα εμφάνισης της τάξεως του 1-3% στο γενικό πληθυσμό και έως 5% σε άτομα με ψυχιατρικά προβλήματα. Τα πραγματικά ποσοστά θεωρείται πως πρέπει να είναι λίγο μεγαλύτερα, από τη στιγμή που πολλά άτομα με αποσυνδετική διαταραχή ταυτότητας εμφανίζουν μία μείξη αποσυνδετικών συμπτωμάτων και Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες που συχνά εκφράζονται διαμέσου κατάθλιψης, διαταραχών διατροφής, χρήσης ουσιών ή διαφόρων σωματικών συμπτωμάτων.
Εξαιτίας αυτού, πολλές είναι οι φορές που τίθεται λάθος διάγνωση σε άτομα με αποσυνδετική διαταραχή ταυτότητας που θεωρούνται πως έχουν κάποια από τις προαναφερθείσες διαταραχές, με συνέπεια να μην έχουν κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση ή να θεωρούνται πως δεν επιδέχονται θεραπείας.
Αιτίες της αποσύνδεσης
Η ύπαρξη μιας ασφαλούς σχέσης δεσμού σημαίνει την ύπαρξη μιας ασφαλούς βάσης στη ζωή στην οποία κάποιος μπορεί να καταφεύγει, όταν έρχεται αντιμέτωπος με μία απειλητική κατάσταση. Όταν υπάρχει μια αποδιοργανωτική σχέση δεσμού, η ασφαλής βάση του παιδιού είναι, ταυτόχρονα, και ο φροντιστής που το κακοποιεί/παραμελεί, δηλαδή, η μεγαλύτερη απειλή του. Αυτή η τρομακτικά αντιφατική και αναπόφευκτη κατάσταση δημιουργεί μια συναισθηματικά χαοτική και ανυπέρβλητη, για το παιδί, κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην εμφάνιση αποσυνδετικών καταστάσεων.
Τα αποσυνδετικά συμπτώματα, για παράδειγμα, στη σχιζοφρένεια, είναι συνηθέστατα μεμονωμένα και μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου ψευδαισθήσεων και λοιπών ψυχωσικών συμπτωμάτων. Στην περίπτωση μιας αποσυνδετικής διαταραχής ταυτότητας, τα συμπτώματα αυτά είναι συνεχώς παρόντα ή επανερχόμενα. Επίσης, οι ψευδαισθήσεις, στην περίπτωση μιας αποσυνδετικής διαταραχής ταυτότητας, αφορούν συνήθως σε ένα διάλογο ανάμεσα στις επί μέρους προσωπικότητες ή σε αντιδράσεις από αυτές «εκ των έσω», ενώ, στην περίπτωση της σχιζοφρένειας, βιώνεται ως κάτι που έρχεται «εκ των έξω».
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που διαφοροποιούν την αποσύνδεση από μια ψύχωση, όμως δεν είναι της παρούσης οι περισσότερες λεπτομέρειες.
Όταν έχουμε να κάνουμε με κάποια περίπλοκη προβληματική που οφείλεται σε σοβαρά τραύματα, τότε χρειάζεται θεραπεία με κάποιον επαγγελματία που έχει εκπαίδευση και εμπειρία στην αντιμετώπιση τραυματικών καταστάσεων και φαινομένων αποσύνδεσης. Διαμέσου της θεραπείας, το άτομο θα μπορέσει να έρθει σε επαφή με τις τραυματικές του μνήμες και τα συναισθήματα που συνδέονται με αυτές και να μάθει να τα διαχειρίζεται με νέους αποτελεσματικότερους τρόπους.
Δεν είναι πάντα δυνατή η πλήρης απαλλαγή από την αποσύνδεση που ταλαιπωρεί ένα άτομο, είναι, όμως, δυνατόν να βελτιωθεί αισθητά η ζωή του. Οι διάφορες μορφές αποσύνδεσης συνδέονται πάντα με κάποιου είδους στρες. Από τη στιγμή που ο φόβος είναι μια μορφή στρες, η αποσύνδεση επιδεινώνεται και μόνο από την ύπαρξη των αισθημάτων φόβου. Για το λόγο αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να βρει ο ενδιαφερόμενος έναν θεραπευτή ασφαλή, έμπειρο και με κατανόηση των δυσκολιών του ατόμου που έχει απέναντί του. Και μόνο η μείωση του φόβου μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα και τη μείωση των λοιπών συμπτωμάτων.
Τα άτομα που βιώνουν συχνά αποσύνδεση έχουν ανάγκη από ασφάλεια, κοινωνικές σχέσεις, αποδοχή και εξειδικευμένη επαγγελματική βοήθεια. Βοήθεια υπάρχει. Το πραγματικά δύσκολο είναι η εύρεση κάποιου ειδικού που να έχει γνώσεις και εμπειρία γύρω από αυτές τις καταστάσεις, να τους λάβει σοβαρά υπόψη και να μπορεί να τους βοηθήσει.
Γράφει ο Dr. Σάββας Ν. Σαλπιστής, M.Sc, Ph.D., Κλινικός Ψυχολόγος Πανεπιστημίου Στοκχόλμης ενηλίκων και παίδων, Διπλωματούχος Ψυχοθεραπευτής Βασιλικού Ιατροχειρουργικού Ινστιτούτου Karolinska Στοκχόλμης
0 σχόλια: