Ο καφές και το τσάι είναι τα δύο καφεϊνούχα ροφήματα με τη μεγαλύτερη κατανάλωση καθώς έχουν εκατομμύρια πιστούς οπαδούς.
Ωστόσο, ποιες είναι οι διαφορές τους εκτός απ’ τη γεύση;
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι και τα δύο περιέχουν αντιοξειδωτικές ουσίες που βοηθούν στην εξουδετέρωση των επιβλαβών ελευθέρων ριζών στο σώμα μας.
Συγκεκριμένα, το τσάι περιέχει τανίνη, κατεχίνη, Βιταμίνη Ε, Βιταμίνη C, φθόριο, πολυσακχαρίτες. Η τανίνη και κατεχίνη του τσαγιού έχουν συσχετιστεί με την πρόληψη του καρκίνου και των καρδιακών παθήσεων, μιας και έχει βρεθεί ότι μειώνουν την χοληστερόλη ορού, τα τριγλυκερίδια και τα ελεύθερα λιπαρά οξέα.
Από την άλλη πλευρά, ο καφές περιέχει καφεΐνη, τριγονελλίνη, χλωρογενικό οξύ , φαινολικό οξύ, αμινοξέα, υδατάνθρακες, ανόργανα άλατα, οργανικά οξέα, αλδεΰδες, κετόνες, εστέρες, αμίνες και μερκαπτάνες.
Ειδικότερα, το χλωρογενικό και καφεϊκό οξύ που περιέχει ο καφές, παρουσιάζουν ισχυρή αντικαρκινική δράση ιδιαίτερα ενάντια στον καρκίνο του ήπατος και της στοματικής κοιλότητας.
Συγκεκριμένα, ο Ying Zhang και οι συνεργάτες του από τη Σχολή Στοματολογίας του Ιατρικού Πανεπιστημίου της Κίνας, ανέλυσαν δεδομένα από 12 επιδημιολογικές μελέτες που αφορούσαν 4.037 περιπτώσεις καρκίνου του στόματος και 1.872.231 συμμετέχοντες συνολικά και βρήκαν ότι αυτοί που κατανάλωναν υψηλές ποσότητες καφέ είχαν κατά μέσο όρο 30% μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρκίνο του στόματος, σε σχέση με αυτούς που έκαναν την μικρότερη κατανάλωση καφέ.
Επιπλέον, μία ακόμη έρευνα που διεξήχθη σε 60.323 Φιλανδούς ηλικίας 25-74 ετών και χωρίσθηκαν σε 5 κατηγορίες: 0-1 φλιτζάνια, 2-3 φλιτζάνια, 4-5 φλιτζάνια, 6-7 φλιτζάνια και 8 ή περισσότερα φλιτζάνια ημερησίως, βρέθηκε ότι με την αύξηση της κατανάλωσης φλιτζανιών καφέ ημερησίως οι πιθανότητες προσβολής από καρκίνο του ήπατος μειώνονταν.
Ταυτόχρονα, τα αντιοξειδωτικά του καφέ δρουν προληπτικά έναντι του σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ.
Μάλιστα, σε έρευνα που έγινε στις ΗΠΑ και συμμετείχαν πάνω από 100.000 υγιείς άνδρες και γυναίκες που έκαναν κατανάλωση καφέ βρέθηκε ότι όσοι έπιναν 3 ή περισσότερα φλιτζάνια καφέ την ημέρα εμφάνισαν 37% χαμηλότερο κίνδυνο για διαβήτη σε σχέση με αυτούς που έπιναν 1 φλιτζάνι καθημερινά.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με πρόσφατη σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης που διεξήγαγε η ομάδα του Καθηγητή Καρδιολογίας κου Χριστόδουλου Στεφανάδη, Διευθυντή της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής και του Ομώνυμου Εργαστηρίου Πανεπιστημίου Αθηνών ΓΝΑ Ιπποκράτειο, με τον Επίκουρο Καθηγητή της Ιατρικής Σχολής κ. Γεράσιμο Σιάσο, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση “Vascular Medicine”, φάνηκε ότι η καθημερινή αυτή κατανάλωση του Ελληνικού καφέ είχε θετική συσχέτιση με την υγεία του ενδοθηλίου και τη βελτίωση της αγγειακής διατασιμότητας, συμβάλλοντας στη μείωση της οξείδωσης της LDL («κακής» χοληστερόλης), με αποτέλεσμα τη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Ταυτόχρονα, η συνεργιστική δράση των πολυφαινολών και της καφεΐνης, καθώς και των στοιχείων μαγνησίου και καλίου που περιέχονται τόσο στον Ελληνικό, όσο και στον στιγμιαίο καφέ, φαίνεται να δρουν προστατευτικά στην εμφάνιση της υπέρτασης, της νόσου Αλτσχάιμερ, Πάρκισον και του σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ με τη βελτίωση της ευαισθησίας των κυττάρων στην ινσουλίνη.
Ακόμη, η καφεΐνη που περιέχουν δρα ως διεγερτικό του εγκεφάλου, συμβάλλοντας στην καταπολέμηση της κόπωσης και στην καλύτερη πνευματική συγκέντρωση και εγρήγορση του εγκεφάλου.
Επιπρόσθετα, η μελέτη του Yashin και συνεργατών το 2013 έδειξε ότι ο καφές, έχει την μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε αντιοξειδωτικά τόσο σε σχέση με το πράσινο, όσο και με το μαύρο τσάι.
Ρόφημα | Περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες (mg/100mL) |
Ελληνικός καφές | 157 |
Στιγμιαίος καφές | 140 |
Πράσινο τσάι | 120 |
Μαύρο τσάι | 70 |
Συνεπώς, την επόμενη φορά που θα αντιμετωπίσετε το δίλημμα «καφές ή τσάι», απαντάμε ότι από «θρεπτικής πλευράς» και τα δύο ροφήματα περιέχουν μία σειρά από διαφορετικές ποικιλίες αντιοξειδωτικών που το καθένα ασκεί σημαντική προστατευτική δράση στον ανθρώπινο οργανισμό.
Ωστόσο, φαίνεται να παρατηρείται μία υπεροχή του ελληνικού ή στιγμιαίου καφέ, όσον αφορά στη συνολική περιεκτικότητά τους σε αντιοξειδωτικές ουσίες.
Του Αχιλλέα Τελμετίδη, Διαιτολόγου – Διατροφολόγου
0 σχόλια: