Τρία καινούργια φιλμ σε δύσκολους καιρούς: με αυτοσαρκασμό, με κοινωνική απόγνωση και με λάθος πυξίδα, σε όλα είναι η ζωή που χάνεται και πρέπει να ξανακερδηθεί. Τυχαίο; Δε νομίζω...
Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
«Η ζωή που θα έρθει»
(«Amador»)
Σκηνοθεσία: Φερνάντο Λεόν Ντε Αρανόα
Παίζουν: Μαγκαλί Σολιέ, Θέλσο Μπουκάγιο, Πιέτρο Σίμπιγε, Σόνια Αλμαρκά
Μια νεαρή κοπέλα φροντίζει έναν ηλικιωμένο και όταν αυτός πεθαίνει εφευρίσκει μια απάτη για να συνεχίσει να παίρνει την αμοιβή της που καταθέτουν οι συγγενείς στον τραπεζικό λογαριασμό...
Μπορεί μια ταινία που έχει να κάνει με τη διαχείριση του θανάτου να έχει μια γλυκόπικρη γεύση; Ή ακόμα περισσότερο να «δοξάζει» με τον τρόπο της την αγωνία για ζωή; Και να έχει και μια ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ; Ο 43χρονος Ισπανός σκηνοθέτης Φερνάντο Λεόν Ντε Αρανόα είχε αποδείξει με το επιτυχημένο «Δευτέρες με λιακάδα» πως ξέρει να φτιάχνει ένα σινεμά συγκινητικό αλλά όχι μελοδραματικό, ουσιαστικά πολιτικό αλλά όχι διδακτικό και κινηματογραφικά γοητευτικό αλλά όχι επιτηδευμένο. Ενα σινεμά σε μια διαρκή ισορροπία ανάμεσα στη θλίψη και στην αισιοδοξία και μια αφήγηση που ξέρει να συνδυάζει τις καλύτερες παραδόσεις τόσο από το σινεμά βεριτέ όσο και από τις μεγάλες δραματικές ιστορίες. Στον Αρανόα η συγκίνηση έχει πάντα νόημα όταν σηματοδοτείται από την κίνηση ενός κοινωνικού νυστεριού που τέμνει ήρωες και πληγές, αφήνοντας το αίμα να τρέξει και να αποκαθάρει την ύπαρξη...
Ολα αυτά, όμως, βρίσκονται σε μια διαρκή αντίστιξη. Εδώ, η κοπέλα που προσέχει τον ηλικιωμένο Αμαδόρ προσπαθεί να ορίσει τη δική της ζωή μέσα από το θάνατο του άλλου. Υπό μία διαστροφική έννοια, μέσα απ' αυτήν τη σκοτεινή διαπίστωση («γιατί πέθανε από τώρα; Δεν μπορούσε να περιμένει λίγο ακόμα;», λέει), προβάλλει ολόφωτη η βαθιά επιθυμία της ζωής. Ακόμα και τα λουλούδια με τα οποία γεμίζει το σπίτι από το μαγαζί του συντρόφου της έχουν διττή σημασία: όχι μόνον η ομορφιά, αλλά και η μυρωδιά που σκεπάζει τη νεκρική σήψη. Με πρωταγωνίστρια τη Σολιέ που ξέρει πώς να συγκινεί (θυμηθείτε τη στο «Γάλα της θλίψης»), αλλά και με τον έξω κόσμο να ψιλομπαίνει στα κάδρα του Αρανόα, τούτη η ταινία είναι μια μικρή ελεγεία για έναν κόσμο που παλεύει με όποια μέσα μπορεί για κάτι λιγότερο από το αυτονόητο. Οι σκηνές όπου η πρωταγωνίστρια συναντάει την πόρνη που κάθε εβδομάδα επισκεπτόταν τον ηλικιωμένο είναι απλώς ένας υποψιασμένος σαρκασμός. Τρυφερά κοφτερή ταινία...
ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ
«Λούφα και παραλλαγή: Σειρήνες στη στεριά»
Σκηνοθεσία: Νίκος Περάκης
Παίζουν: Γιάννης Τσιμιτσέλης, Ορφέας Αυγουστίδης, Βίκυ Καγιά, Στέλιος Ξανθουδάκης, Ιωάννης Παπαζήσης, Γιώργος Σεϊταρίδης, Σωκράτης Πατσίκας, Ρένος Χαραλαμπίδης
Η ομάδα των στρατιωτών της Πίττας μεταφέρεται μετά από πολλά χρόνια στην Αθήνα, με αφορμή την αναζήτηση από τον Σταυρακομαθιακάκη της 12χρονης Πακιστανής προστατευομένης του...
Μπορεί ο Περάκης να έχει βρει μια πρώτης τάξης συνταγή (ίσως για να χρηματοδοτεί πιο προσωπικά του όνειρα, όπως το «Artherapy»;), αλλά αυτό δε σημαίνει ότι έχει προσχωρήσει αμαχητί στις τάξεις του ξεδιάντροπα εμπορικού ελληνικού κινηματογράφου. Η δική του σάτιρα (κι όχι χοντροκομμένη μπαλαφάρα) άπτεται πάντα της ελληνικής πραγματικότητας, κοινωνικής, πολιτικής, προσωπικής, αλλά σίγουρα όχι αυτής που κατασκευάζει η τηλεμιντιακή επιδημία. Επιπλέον η τόλμη του δεν περιορίζεται στις πλάκες και στο κανάκεμα των χαμηλών ενστίκτων θεατών μεταγραφόμενων εκ της τηλεοπτικής αρένας, αλλά δείχνει να μην οριοθετείται ούτε από μιντιακά σαβουάρ βιβρ, ούτε από κινηματογραφικές... ευκολίες.
Οπότε είναι από τη μια στενόχωρο να βλέπεις μια τέτοια ταλαντούχα ματιά να σπαταλιέται στην επανάληψη δομών και καταστάσεων, από την άλλη, όμως, είναι παρήγορο ότι δεν αφήνεται η ελληνική κωμωδία στα χέρια τυχάρπαστων τηλεοπτικών μειρακίων. Αρα, όταν γελάτε με τον Αυγουστίδη να το κάνετε αποενοχοποιημένα!
«Restless»
Σκηνοθεσία: Γκας βαν Σαντ
Παίζουν: Χένρι Χόπερ, Μία Γουασικόφσκα, Ρίο Κάσε, Σκάιλερ Φισκ, Τσιν Χαν
Ενας ντροπαλός έφηβος που συχνάζει σε... κηδείες και συνομιλεί με το... φάντασμα ενός Ιάπωνα καμικάζι γνωρίζει μια αντισυμβατική κοπέλα που πάσχει από μια ανίατη ασθένεια...
Πάλι με έφηβους ο Γκας βαν Σαντ, πάλι γύρω από το θάνατο, πάλι κοντά σ' έναν απόλυτο έρωτα, πάλι δίπλα σ' έναν ακόμα μεγαλύτερο λυρισμό και φυσικά πάλι με χαρακτήρες που εύκολα θα τους ονόμαζε κανείς απροσάρμοστους, περίεργους, ιδιαίτερους. Σαν να περιγράφει ένα δακρύβρεχτο love story με... κανονικούς ήρωες, ο Βαν Σαντ αφήνει την κάμερα ν' ακολουθήσει τον αναστατωμένο ψυχισμό των ηρώων: τρεμάμενη όταν οι σκέψεις και τα σώματα των δύο νέων αιωρούνται ανάμεσα στο παράδοξο και στη φυγή, σταθερή και με ονειρικά φίλτρα όταν το δόσιμο, ο έρωτας, ακόμη και τα φαντάσματα, κάνουν τις δυο υπάρξεις ένα (η υπέροχη φωτογραφία από τον Χάρη Σαββίδη). Ο έρωτας απέναντι στο θάνατο είναι σχεδόν πάντα νικητής, αρκεί ο καθένας να βγάζει την αλήθεια του, τουλάχιστον με τον τρόπο που το κάνει κι ο σκηνοθέτης. Ο γιος του Ντένις Χόπερ, αλλά και η εύθραυστη Γουασικόφσκα, είναι μάλλον το πλέον ιδανικό ζευγάρι για μια ταινία του Γκας βαν Σαντ!
Πηγη
0 σχόλια: