Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

SUPER LEAGUE

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

Το φαινόμενο «House of Cards»



Ιντριγκα, δολοπλοκία, κενοδοξία, εξουσιομανία, όλα τα ταπεινά, βδελυρά, αποκρουστικά, ανόσια ένστικτα έχουν ήδη επιβιβαστεί στο Air Force One και με πιλότο τον Φρανκ Αντεργουντ προσγειώθηκαν στις 27 Φεβρουαρίου για την τρίτη και τελευταία σεζόν της σειράς που θα μπορούσε να έχει μότο της τη φράση «Machiavelli for the masses»


«Η δύναμη είναι σαν το real estate. Ολα εξαρτώνται από την τοποθεσία, την τοποθεσία και την τοποθεσία. Οσο πιο κοντά είσαι στην εξουσία τόσο πιο ακριβά κοστίζεις». Αυτή είναι μόλις μία από τις πολλές, σοφές, μα συνάμα αποστομωτικές και κυρίως κοφτερές σαν λεπίδα μπαρμπέρη παλαιάς κοπής ατάκες του Φράνσις Αντεργουντ. Αν αναρωτιέστε ποιος είναι ο Φράνσις Αντεργουντ, τότε μάλλον δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να διαβάσετε τούτο το κείμενο.


Αντιθέτως, είναι μεγάλη ανάγκη να αναζητήσετε τα 26 συνολικά επεισόδια/κεφάλαια των δύο πρώτων σεζόν του «House of Cards» (δεν είναι δύσκολο, το Netflix, το κανάλι δηλαδή που προβάλλει τη σειρά, λέγεται πως τα διαρρέει ακούσια στα απανταχού ιντερνετικά «τορρεντάδικα» ελέω buzz), ώστε να μυηθείτε στο εξουσιομανές σύμπαν του Φρανκ -για τους φίλους- και της συζύγου του Κλερ Αντεργουντ. Τώρα, αν επιμείνετε στην ανάγνωση, ειλικρινά λυπάμαι που θα πρέπει να σας πληροφορήσω ότι το πολυπληθές ποίμνιο της σειράς αναμένει στις 27 του μήνα την πρεμιέρα του 3ου και τελευταίου κύκλου, στον οποίο ο Φρανκ μπορεί να θεωρεί τον Λευκό Οίκο σπίτι του και τον εαυτό του πλανητάρχη. Κανένα «ουάου». Μόνο βαθιές διαφραγματικές ανάσες τώρα που ο Φρανκ (όνομα διόλου τυχαίο, αφού μεταφράζεται ως ειλικρινής) και η Κλερ θα μείνουν μόνοι στα 6 επίπεδα με τα 132 δωμάτια, τα 35 μπάνια, τις 412 πόρτες και τα 28 τζάκια του Λευκού Οίκου. Ή, σε απλά ελληνικά, τώρα που όποιος ήταν να φαγωθεί φαγώθηκε και προφανώς εκείνο που τους (απο)μένει είναι να δειπνήσουν ο ένας τις σάρκες του άλλου.


In Underwoods We Trust

Ο Φρανκ είναι ωραίος τύπος. Ευφραδής, ετοιμόλογος, δουλευταράς, έξυπνος σε βαθμό ιδιοφυΐας, με ζηλευτή ρητορική δεινότητα και σπινθηροβόλο βλέμμα. Aυτοδημιούργητος, με θέση βουλευτή στο Kοινοβούλιο των ΗΠΑ και καλλονή, ακτιβίστρια σύζυγο με την οποία έχει δημιουργήσει μικρές καθημερινές ιεροτελεστίες, όπως το να μοιράζεται ένα τσιγάρο πριν από τον βραδινό ύπνο. Με δυο λόγια, χαίρει εκτίμησης και σεβασμού στον μικρόκοσμο της πανίδας και της χλωρίδας που ενδημεί στο γραφειοκρατικό κλίμα της Ουάσινγκτον. Στην πραγματικότητα ο Φρανκ είναι ακόμη ωραιότερος τύπος. Δεν κάνει, δεν πράττει και δεν λέει τίποτα στην τύχη. Είναι η επιτομή του λομπίστα, ενώ διακατέχεται από απόκοσμη, ολύμπια ψυχραιμία. Διαθέτει ένα κουρδισμένο με ακρίβεια ελβετικού γραναζιού επιτελείο, δεν εμπιστεύεται κανέναν παρά μόνο τον εγκεφαλικό φλοιό του, εμπλέκεται συναισθηματικά με έναν δικό του πατενταρισμένο τρόπο, εκείνον που περιγράφει η φράση του: «Αγαπώ αυτή τη γυναίκα. Την αγαπώ περισσότερο απ’ ό,τι ο καρχαρίας το αίμα». Ο Φρανκ και η Κλερ δεν έχουν παιδιά. Εχουν όμως συνάψει μια ιερή συμμαχία: την εκπόρθηση του Λευκού Οίκου. Τους παίρνει 26 καθηλωτικά επεισόδια -το καθένα διάρκειας 50 περίπου λεπτών-, μερικούς φόνους, μια ιδέα χειραγώγησης του Τύπου κι ένα τρίο με τον προσωπικό φρουρό του Φρανκ μέχρι να πάρουν την πολιτική κεφαλή του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών επί πίνακι. Μόλις σε δύο σεζόν ο φιλόδοξος βουλευτής Αντεργουντ αναρριχάται, επιστρατεύοντας τα πλέον ταπεινά, ανίερα, ανορθόδοξα, βρόμικα, χαμερπή μέσα, από βουλευτής των Δημοκρατικών σε αντιπρόεδρο αρχικά και κατόπιν σε πρόεδρο των ΗΠΑ. Αν δεν υπήρχε η πολιτική ίντριγκα του «House of Cards», θα έπρεπε κάποιος να την επινοήσει.


Ενα ξεχασμένο πολιτικό θρίλερ

Ευτυχώς το πρωτόλειο υπήρχε. Ηταν μια μάλλον ξεχασμένη 80s μίνι σειρά του BBC -βασισμένη στη νουβέλα του Μάικλ Ντομπς- πάνω στην οποία ιχνηλάτησε ο Ντέιβιντ Φίντσερ (ναι, αυτός του «Fight Club» και του «Seven») για να δημιουργήσει την πρώτη δουλειά του για την τηλεόραση. Ή πιο σωστά για την on demand τηλεόραση του Netflix, εκείνη που δεν υποβάλλει τον θεατή στο γνωστό μαρτύριο της σταγόνας προβάλλοντας ένα επεισόδιο τη βδομάδα σε προκαθορισμένη ώρα, αλλά προσφέρει όλα τα επεισόδια προς streaming με τη μία. Μονοκοπανιά. Εννοείται πως τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τον Φίντσερ στη σκηνοθεσία και την παραγωγή, αλλά και χωρίς τον Κέιβιν Σπέισι και τη Ρόμπιν Ράιτ να ενσαρκώνουν το κενόδοξο ζεύγος των Φρανκ και Κλερ Αντεργουντ, αυτών των άσπονδων συνεταίρων που επέβαλαν στη γραφειοκρατία της Ουάσινγκτον τον δικό τους τρόπο. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι για την πρώτη σεζόν της σειράς η Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας απονεμήθηκε στη Ρόμπιν Ράιτ, ενώ για τη δεύτερη το αντίστοιχο βραβείο σήκωσε πανηγυρικά ο Κέβιν Σπέισι. Ακόμα και ο πρόεδρος Ομπάμα, ο οποίος -όσο να πεις- κάτι ξέρει από Ουάσινγκτον, εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο που η σειρά αποκρυσταλλώνει τηλεοπτικά τα πολιτικά ήθη και έθιμα της πρωτεύουσας των ΗΠΑ. Μάλιστα είχε την ευκαιρία να εκφράσει τις σκέψεις του για τη σειρά στον ίδιο τον δημιουργό του Netflix, τον Ριντ Χέιστινγκς στο περιθώριο συνάντησης που είχε με επικεφαλής των τεχνολογικών κολοσσών της χώρας στον Λευκό Οίκο. «Μακάρι τα πράγματα να ήταν τόσο αδίστακτα αποτελεσματικά. Οταν είδα τον Σπέισι, είπα “αυτός ο άνθρωπος, φίλε, αυτός ο τύπος κάνει πολλά πράγματα”», απεφάνθη γελώντας ο Μπαράκ Ομπάμα, για να λάβει την ανοιχτή πρόσκληση του Χέιστινγκς για ένα πέρασμα από τη σειρά. Αν στη θέση του ήταν ο Φρανκ Αντεργουντ, θα σχολίαζε απλώς: «Αψηφώντας τους ανωτέρους σου, μερικές φορές, είναι ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις τον σεβασμό τους». Ποιος είναι όμως ο άνθρωπος που κάνει στ’ αλήθεια την τηλεόραση να μοιάζει με τον νέο κινηματογράφο;


Ο Mr Netflix

Ελευθερία και ευθύνη. Σε αυτές τις δύο λέξεις συνοψίζει την εταιρική φιλοσοφία του ο Καλιφορνέζος κροίσος που: α) καλοπληρώνει τους υπαλλήλους του (ακόμη και τους λιγότερο αποδοτικούς), β) έχει δημιουργήσει ένα ποίμνιο 50 εκατομμυρίων θεατών στις 17 χώρες που λειτουργεί το πνευματικό τέκνο του, ήτοι το Netflix, γ) προφητεύει ως άλλη Κασσάνδρα το τέλος της συμβατικής τηλεόρασης το πολύ ως το 2030, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα ολλανδικά κανάλια (τα υδάτινα - τα τηλεοπτικά ούτε να τ’ ακούει δεν θέλει) από τα ευρωπαϊκά γραφεία της εταιρείας του στο Αμστερνταμ. Ο Ριντ Χέιστινγκς αντιμετώπιζε διαχρονικά ένα ανυπέρβλητο για τον ίδιο πρόβλημα. Δεν ήταν ψυχολογικό κατάλοιπο από τη θητεία του ως κυανόκρανος στη Σουαζιλάνδη, ούτε κάποιο απωθημένο από την εποχή που πουλούσε πόρτα-πόρτα ηλεκτρικές σκούπες. Δεν ανεχόταν να πληρώνει 30, 40, ακόμη και 50 δολάρια επειδή ξεχνούσε να επιστρέψει τα DVD στο βίντεο κλαμπ της γειτονιάς, ακούγοντας τα εξ αμάξης από τη σύζυγό του. Ετσι, επινόησε μια συνδρομητική υπηρεσία ενοικίασης ταινιών διά αλληλογραφίας το 1997. Ηταν αυτή που μετεξελίχθηκε στο Netflix, το διαδικτυακό κανάλι που έπεισε τον Ντέιβιντ Φίντσερ να σκηνοθετήσει για την τηλεόραση, που ανήγαγε το streaming σειρών και ταινιών σε λαϊκό κεκτημένο, που κάνει την κινηματογραφική βιομηχανία να υψώνει με καχυποψία το φρύδι με την ανακοίνωση κιόλας της πρόθεσής του να χρηματοδοτήσει πέντε κινηματογραφικές παραγωγές.


Ο Χέιστινγκς λατρεύει -εκτός από την κατακόκκινη Πόρσε του και τη χαμηλών τόνων οικογενειακή ζωή στη Σάντα Μόνικα- τους αιφνιδιασμούς, ασπάζεται το δόγμα της αναγέννησης μέσα από τις στάχτες που δίδαξε ο προπάτορας Στιβ Τζομπς, αγαπά τις αγαθοεργίες -γι’ αυτό και στηρίζει τη φιλανθρωπική πρωτοβουλία Γκέιτς και Μπάφετ- και στον ελεύθερο χρόνο του μοιράζεται τα υπαρξιακά άλγη του, όπως λόγου χάρη το ζήτημα της διαδικτυακής ουδετερότητας, με τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ ως μέλος του Δ.Σ. του Facebook. Α, και δεν χαμπαριάζει (ίσως τα εξυφαίνει κιόλας) από δήθεν αναπάντεχα leak-α-ρίσματα των σειρών του, όπως συνέβη με τα 13 επεισόδια του τρίτου κύκλου του «House of Cards» που διέρρευσαν ξαφνικά στην πλατφόρμα του Netflix. Αλλωστε, ποιος δεν έχει έστω ένα ψήγμα, μια υποψία, ένα δράμι Φρανκ Αντεργουντ μέσα του;





ΤΡΕΛΟ ΓΑΙΔΟΥΡΙ
ΤΡΕΛΟ ΓΑΪΔΟΥΡΙΤΡΕΛΟ ΓΑΪΔΟΥΡΙ
Bookmark and Share

SHARE THIS

0 σχόλια: